Ρίχνει ανάποδα τα ζάρια ο Θεός και ευνοεί τη νύχτα ν' ανθίσει... Ο μανιασμένος άνεμος χτυπά το παραθύρι και το ράμφος απ' το κοράκι του Πόε γράφει στις μεταλλικές πόρτες το Ποτέ πια... Η Ντέπη χαϊδεύει με νοσταλγία το κατάμαυρο χρώμα του και το καλεί να έρθει προς τα μέσα για να το κεράσει ένα βερμούτ. Το κοράκι του Πόε δεν επισκέπτεται κανέναν τυχαία. Ψάχνει τις ραγισμένες καρδίες που πενθούν. Ψάχνει τους ποιητές που έχασαν τα δάκτυλα τους στο δρόμο της αλήθειας. Ψάχνει να παλέψει με τα σκοτάδια και επιστρέφει λαβωμένος θριαμβευτής απ' την ύλη του φωτός. Ακούει σαν ψυχοναύτης την ιστορία των κόσμων και μεταφέρει μηνύματα απ' τη φωτιά στις πυρκαγιές. Παλεύει με τ' αναπάντητα ερωτήματα και σαν χρονοναύτης απαγγέλει αυτούσια τα όνειρα σε μια παλάμη ντυμένη με τα νύχια της νύχτας. Αγκαλιάζει με πάθος την μνήμη και επουλώνει το πένθος κουνώντας ρυθμικά το κεφάλι καθώς οι βροχές σκάνε στα ξεχασμένα κουτιά του έρωτά μας... Το κοράκι του Πόε δεν γνώρισε τη Ντέπη ποτέ. Όπως κανείς μας δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον εσώτατο εαυτό του. Κι ας έκρουσε την θύρα... Κι ας μεταμορφώθηκε σε άνθρωπο... Κι ας έχασε στα σημεία... Κι ας έγινε αστερόσκονη ξανά... Οι άνθρωποι περπατάμε μπροστά μα οι ψυχές μας βαδίζουν ανάποδα. Κάποιες φορές ξημερώνει μέσα στη νύχτα και ρίχνει ξανά τα ζάρια ο Θεός...
(Ιάσωνας Σταυράκης. από τον Πρόλογο)
Η Ντέπη Χατζηκαμπάνη γεννήθηκε και ζει στην Λέσβο. Από το δημοτικό της άρεσε να παίζει με τις λέξεις και να ζωγραφίζει όνειρα επάνω στα θρανία. Σε ηλικία 18 χρονων αποφάσισαν με τον Φίλιππο Πλιάτσικα να προσπαθήσουν να αλλάξουν τον κόσμο και να βάψουν ξανά γαλάζια την θάλασσα. Προσπαθούν ακόμη... Απο κει και πέρα τραγούδια της έχουν ερμηνεύσει και μελοποιήσει
σημαντικοί τραγουδοποιοί , συνθέτες και συγκροτήματα.
Έχει τελειώσει διοίκηση επιχειρήσεων αλλά επειδή δεν της αρέσουν ούτε οι διοικήσεις, ούτε οι επιχειρήσεις επέλεξε να αφιερωθεί στην τέχνη. Αγαπάει την ροκ μουσική, τους ροκ ανθρώπους και τα αστέρια. ''Είναι οι άλλοι παράξενοι ή είμαι εγώ;'' είναι ο τίτλος της πρώτης ποιητικής συλλογής της.