Η γνωριμία του Φραντς Κάφκα με τη Φελίτσε Μπάουερ το βράδυ της 13ης Αυγούστου 1912 έμελλε να εξελιχθεί σε μια σχέση ζωής με πολλές αναταράξεις μεταξύ των δύο. Καρπό της σχέσης αυτής αποτελεί η μακροχρόνια αλληλογραφία τους. Όπως γράφει ο Ελίας Κανέττι: «τα συγκεκριμένα γράμματα […] είναι απαραίτητα στον Κάφκα για τα δικά του γραπτά». Αρχικά, ο Κάφκα γράφει στη Φελίτσε καθημερινά. Κατόπιν, διακρίνεται η αναποφασιστικότητά του και ο δισταγμός του να προχωρήσει σε γάμο μαζί της. Η αλληλογραφία τους, περνώντας από διάφορες φάσεις και σηματοδοτώντας τις μετεξελίξεις της ίδιας τους της σχέσης που είναι πολλές, θα διαρκέσει έως και το 1917, λίγα χρόνια πριν τον θάνατο του συγγραφέα. Το corpus των γραμμάτων του Κάφκα προς τη Φελίτσε αποτελεί σημείο αναφοράς για τη ζωή και το έργο του μεγάλου δημιουργού, και σφραγίζει μια ιδιαίτερη σχέση που τον καθόρισε.
Ο Φραντς Κάφκα γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου του 1883 στην Πράγα από γονείς Εβραίους: από έναν πατέρα αυταρχικό, που κατόρθωσε να γίνει εύπορος υφασματέμπορος, κι από μια μάνα τρυφερή που, αντίθετα με τον πατέρα του, είχε μεγαλώσει μέσα σ' έναν περίγυρο βαθιά μορφωμένων ανθρώπων. Ο Φραντς ήταν ο πρωτότοκος. Είχε τρεις αδελφές και δύο αδελφούς, οι οποίοι πέθαναν σε βρεφική ηλικία. Οι αναμνήσεις από τα παιδικά του χρόνια και κυρίως οι σχέσεις με τον αυταρχικό και άξεστο πατέρα του, στοίχειωσαν τη ζωή του.
Μετά το γυμνάσιο, υπακούοντας στην επιθυμία του πατέρα του, ο Κάφκα αφού παρακολούθησε ορισμένα πανεπιστημιακά μαθήματα γερμανικής φιλολογίας, σπούδασε τελικά νομικά. Στο πανεπιστήμιο γνωρίστηκε με διάφορους γερμανόφωνους εκκολαπτόμενους λογοτέχνες όπως ο Μαξ Μπροντ, που έγινε επιστήθιος φίλος του. Στη συνέχεια εργάστηκε επί δεκατέσσερα χρόνια, πρώτα σε μια ασφαλιστική εταιρεία και μετά στο Ινστιτούτο Ασφάλισης Εργατικών Ατυχημάτων της Βοημίας. Τις νύχτες του αφιέρωνε στο γράψιμο. Αυτό ήταν το μεγάλο του πάθος. Ήξερε ότι ο προορισμός του ήταν το γράψιμο, αλλά δεν κατάφερε -δεν τόλμησε- να το κάνει επάγγελμά του. Ελάχιστα κείμενά του δημοσιεύτηκαν όσο ζούσε, όπως η περίφημη "Μεταμόρφωση" (1916), "Η αποικία των τιμωρημένων", το "Ένας αγροτικός γιατρός", καθώς και "Το γράμμα στον πατέρα" (1919). Το 1914 αρραβωνιάστηκε τη Φελίτσε Μπάουερ, την οποία είχε γνωρίσει στο σπίτι του Μπροντ και με την οποία αλληλογραφούσε επί δύο χρόνια, διέλυσε όμως τον αρραβώνα επειδή ένιωθε ανίκανος να αντιμετωπίσει το γάμο. Άλλη μια απόπειρά του να παντρευτεί τη Φελίτσε κατέληξε σε αποτυχία, αφού το 1917 έγινε γνωστό ότι πάσχει από φυματίωση και μπήκε σε σανατόριο -με τη συμπαράσταση της αδελφής του Ότλα. Το 1923, σε ένα ταξίδι του στη Βαλτική, γνώρισε τη χειραφετημένη εβραία νηπιαγωγό Dora Diamant και μετά από λίγο μετακόμισε στο σπίτι της στο Βερολίνο, προσπαθώντας να ξεφύγει από την επίδραση της οικογένειάς του και να αφοσιωθεί στο γράψιμο. Πέθανε όμως φυματικός στις 3 Ιουνίου του 1924. Γενικά, η ζωή του υπήρξε απλή, χωρίς πολλές μετακινήσεις και μακρινά ταξίδια. Χωρίς "μεγάλες συναντήσεις". Λίγο πριν πεθάνει, παρακάλεσε τον Μπροντ να καταστρέψει τα έργα του, εντολή που αυτός ευτυχώς παράκουσε. Ο Μπροντ επιμελήθηκε τα τρία ημιτελή μυθιστορήματά του και τα εξέδωσε: "Η δίκη" (1925), "Ο Πύργος" (1926), "Αμερική" (1927).
Μ' όλο που έχει διασωθεί ένα πολυσέλιδο ημερολόγιό του (3.000 σελ.), πολλά από τη ζωή του Κάφκα παραμένουν άγνωστα. Τούτο οφείλεται ιδιαίτερα ατα πολιτικά γεγονότα μεταξύ 1933 και 1945: Στο Βερολίνο, στο σπίτι της Dora Diamant, της πιστής φίλης του στα ύστερα χρόνια της ζωής του, κατασχέθηκε από τη Γκεστάπο μια δέσμη από χειρόγραφά του που θεωρούνται σήμερα χαμένα. Το 1935 απαγορεύτηκε η δημοσίευση των έργων του. Οι μάρτυρες της ζωής του, οι τρεις αδελφές του, φίλοι, συγγενείς, θανατώθηκαν από τους Ναζί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα αρχεία καταστράφηκαν. Η βιβλιοθήκη και πολλά γράμματά του χάθηκαν. Το έργο του, αρχικά γνωστό σ' ένα μικρό μόνο λογοτεχνικό κύκλο της Γερμανίας, διαδόθηκε μετά το θάνατό του στη Γαλλία, χάρη στους H. Breton, A. Camus και J. P. Sartre, ύστερα στην Αγγλία και Αμερική και τελευταία στη Ρωσία. Οι πρώτες μεταφράσεις στα Τσεχικά δημοσιεύτηκαν το 1957 στην Πράγα.