Μια ιστορική αναδρομή, μια επιστημονική έρευνα και ένας συναισθηματικός περίπατος στην Αίγυπτο που γνώρισε και αγάπησε ένας γνήσιος Αιγυπτιώτης, ο δάσκαλος και πνευματικός πατέρας χιλιάδων νέων που βρέθηκαν στο δρόμο του και μοιράστηκαν την τιμή, την χαρά και το βάρος της ευθύνης να είσαι Αιγυπτιώτης Έλληνας τον εικοστό αιώνα.
Η λαμπρή παρουσία των Ελλήνων στην Αίγυπτο δεν αποτελεί μόνο ένα πέρασμα και ένα κεφάλαιο στην ιστορία της χώρας αυτής. Αποτελεί μια δυναμική παρουσία και μια ισχυρή επιρροή στην εξέλιξη και την ανάπτυξη της χώρας από τον 7ο π.Χ. αιώνα, τότε που οι Μιλήσιοι ίδρυσαν την πρώτη οργανωμένη Ελληνική παροικία στην Αίγυπτο. Συνεχίζεται με την περίλαμπρη Αλεξάνδρεια του Μ. Αλεξάνδρου, που κατέστη το παγκόσμιο κέντρο του Ελληνικού πολιτισμού και της διανόησης των Ελληνιστικών χρόνων. Μετά την εισβολή των Τούρκων στην Αίγυπτο και την άνοδο του Μωχάμετ Άλυ στην εξουσία ενθαρρύνεται η ανάπτυξη του παροικιακού Ελληνισμού. Οι Έλληνες μισθοφόροι, έμποροι,γεωργοί, εργάτες, ναυπηγοί, κρατικοί υπάλληλοι, δάσκαλοι, διανοούμενοι, γιατροί και επιχειρηματίες υπήρξαν δυναμικοί φορείς πολιτισμού και προόδου και εγκαταστάθηκαν ακόμη και στο πιο απομακρυσμένο χωριό της Αιγύπτου, θέτοντας παράλληλα και τις βάσεις των μικρών και μεγάλων κοινοτήτων τους. Η οικονομική ανάπτυξη της χώρας, απ' το 1860 και μετά, επηρέασε τον αστικό μετασχηματισμό, την ακμή του παροικιακού Ελληνισμού, και την άνθηση της Ελληνικής επιχειρηματικής και βιομηχανικής δραστηριότητας που συνέβαλαν στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της Αιγύπτου.
Μια παρουσία που άφησε ανάγλυφα και αναλλοίωτα σημάδια σε κάθε πτυχή της ζωής, κοινωνική, θρησκευτική, πνευματική, εμπορική, επιστημονική, βρίσκοντας την αρμονία για ειρηνική συμβίωση των δύο λαών με σεβασμό στην διαφορετικότητα και στο δικαίωμα για ζωή.
Ο Σπύρος Κώττης γεννήθηκε στη Μίνια της Άνω Αιγύπτου το 1933. Έζησε σε διάφορες πόλεις της Αιγύπτου. Μετά το τέλος των γυμνασιακών του σπουδών, στο Γυμνάσιο της Πατριαρχικής Σχολής Φώτιος ο Α΄ της Αλεξάνδρειας, συνέχισε ανώτερες σπουδές στη Σχολή θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αλεξάνδρειας, το Φαρούκειο Πανεπιστήμιο, από το οποίο έλαβε το πτυχίο του B.Sc. το 1954 στη Χημεία.
Το 1954-1955 εργάσθηκε ως καθηγητής των Φυσικών στο Γυμνάσιο από το οποίο αποφοίτησε και από το 1955-1975 ως καθηγητής των Φυσικών στην Αμπέτειο Σχολή Καΐρου.
Το 1975 διορίσθηκε υποδιευθυντής στην Αμπέτειο και από το 1976-1980 Λυκειάρχης. Από το 1980-1984 υπηρέτησε ως Λυκειάρχης της Αβερωφείου Σχολής Αλεξανδρείας και από το 1984-1990 ξανά στην Αμπέτειο. Το 1990 συνταξιοδοτήθηκε και επαναπατρίστηκε.
Το 1963 παρακολούθησε μαθήματα δι' αλληλογραφίας Μηχανολογικού και Αρχιτεκτονικού Σχεδίου από το Βρετανικό Ινστιτούτο του Καΐρου, αλλά δεν έλαβε πτυχίο διότι οι ανώμαλες πολιτικές εξελίξεις στην Αίγυπτο προκάλεσαν τη διακοπή της λειτουργίας του Βρετανικού Ινστιτούτου.
Από το 1985-1990 ήταν υπεύθυνος των Ανοικτών Πανεπιστημίων στο Κάιρο και από το 1970-1980 είχε διορισθεί από το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων Περιφερειακός Έφορος Ελλήνων Προσκόπων στο Κάιρο.
Την 1η Δεκεμβρίου 1988 παρασημοφορήθηκε από το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων με το Μετάλλιο Ευδοκίμου Υπηρεσίας. Τον Ιούνιο 1989 έλαβε το αμφιπρόσωπο χρυσό μετάλλιο των 1400 ετών από της Ιδρύσεως της Ιεράς Μονής Σινά με τιμητική διάκριση δια τας προς την Αμπέτειο Σχολή προσφερθείσες υπηρεσίες του. Την 6η Ιουλίου 1990 απονεμήθηκε σ' αυτόν ο Τίμιος Σταυρός του Αποστόλου και Ευαγγελιστή Μάρκου 1ης Τάξεως για τις προς την εκκλησία υπηρεσίες του.