[...] Από την στρεβλή κατεύθυνση της οικονομίας επλήγησαν όλοι οι τομείς και περισσότερο ο Πρωτογενής, η Γεωργία. Οι καθηλωμένες, σκόπιμα, τιμές των προϊόντων της, κάτω ακόμα και από το κόστος παραγωγής, ανάγκαζαν τους αγρότες να εγκαταλείπουν βίαια τα χωράφια ομαδικά και να καταφεύγουν σε πόλεις, πρόσφυγες στην πατρίδα τους. Η συνεχής καθήλωση αμοιβών εργαζομένων και συνταξιούχων με παράλληλη επιβάρυνση τους με φόρους και υψηλές τιμές προϊόντων, βύθιζαν βαθμιαία σε φτώχεια και απόγνωση εργάτες, συνταξιούχους και μεσαία στρώματα, με την υστεροβουλία Ελλήνων και ξένων να δαμάσουν, με τέτοια απάνθρωπα μέσα, τον ανυπότακτο ελληνικό λαό, αδιαφορώντας, αν σε τυχόν νέα πολεμική αναστάτωση η χώρα βρεθεί χωρίς επαρκή παραγωγή τροφίμων.
Με την αποφυλάκισή μου δεν επέστρεψα στην εργασία μου στην Αθήνα, αλλά λόγω περιοριστικού όρου της καταδίκης μου από το Έκτακτο Στρατοδικείο Λάρισας το 1951 εγκαταστάθηκα στην Λάρισα, αγροτικό κέντρο από τα μεγαλύτερα της χώρας, γράφοντας σε τοπικές εφημερίδες για τους αγώνες των αγροτών και τα ζητήματά τους, ειδικεύθηκα ως δημοσιογράφος στο Αγροτικό Πρόβλημα και έγραφα σχετικά άρθρα και στο περιοδικό "Οικονομικός Ταχυδρόμος" Αθηνών επί 30 χρόνια (1968-1999). Οι δημοσιεύσεις μου δεν περιορίζονταν στην κριτική των εκάστοτε κυβερνητικών μέτρων, αλλά συνοδεύονταν και με προτάσεις για ορθή λύση τους, προς όφελος των αγροτών, της τοπικής και της εθνικής οικονομίας.
Έκρινα αναγκαία την έκδοση σε βιβλίο των δημοσιευμάτων μου, με μια σύντομη ανάπτυξη της αγροτικής και της γενικότερης οικονομικής πολιτικής που εφάρμοζαν οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις, από τα οποία καταφαίνεται πόσο βλαπτική υπήρξε αυτή για το σύνολο της εθνικής οικονομίας, που, αντί να συνεχίσουν την πολιτική που είχε καθορίσει η κυβέρνηση Πλαστήρα για ανάπτυξή της και αντί να κάνουν και αυτές οι κυβερνήσεις αυτό που έκαναν και οι άλλες ευρωπαϊκές, οδήγησαν την χώρα σε χλευασμό και σε χρεοκοπία.
(από τον πρόλογο του συγγραφέα)
Ο Λάζαρος Αρσ. Αρσενίου γεννήθηκε στην Καλαμπάκα το 1915. Στον πόλεμο του 1940-41 έλαβε μέρος ως εφ. ανθυπολοχαγός στην Μάχη της Πίνδου και τραυματίσθηκε στην Αλβανία. Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση από το 1941 και εκλέχθηκε μέλος της Πανθεσσαλικής Επιτροπής του ΕΑΜ. Στον Εμφύλιο Πόλεμο διετέλεσε υπεύθυνος του εκδοτικού μηχανισμού "Παρτιζάνος" του Δημοκρατικού Στρατού. Με την αποφυλάκιση του εγκαταστάθηκε στην Λάρισα. Εργάσθηκε στην προοδευτική τοπική εφημερίδα "Θεσσαλικά Νέα" με διευθυντή τον κατοπινό βουλευτή και υπουργό Τύπου φίλου του Τάκη Γεωργίου ως συντάκτης και κατόπιν αρθρογράφος και διευθυντής. Διετέλεσε διευθυντής του περιοδικού "Συνεταιριστικά Νέα" της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Λάρισας, Υπήρξε τακτικός συνεργάτης επί 30 χρόνια (1968-1999) του περιοδικού "Οικονομικός Ταχυδρόμος" Αθηνών. Στο περιοδικό Αθηνών "Γυναίκα" δημοσιεύθηκαν λογοτεχνικά και λαογραφικά άρθρα. Διετέλεσε ανταποκριτής των αθηναϊκών εφημερίδων και συνεργάτης του Πρακτορείου "Ρώυτερ". Είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών Θεσσαλίας - Στ. Ελλάδας - Ευβοίας. Τιμήθηκε με μετάλλια, και με άλλα βραβεία.
Έγραψε τα βιβλία:
- "Τα τσελιγκάτα", Αθήνα 1972 (πρώτο Πα)
- "Η κατάπτωση στην ελληνική μουσική, κατάπτωση ελληνική και εθνική", Αθήνα, Γρηγορόπουλος 1979
- "Η δολοφονία του Κώστα Βιδάλη", Αθήνα, Τολίδης 1982
- "Το έπος των Θεσσαλών αγροτών και οι εξεγέρσεις τους, 1881-1993", Τρίκαλα, Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. 1994
- "Η ανατομία του έπους 1940-41", Δωδώνη 1998
- "Η Θεσσαλία στην αντίσταση", 3η βελτιωμένη έκδοση, Λάρισα, Έλλα 1999 κ.ά.