«Όπως αναφέρει (ο Ι. Καποδίστριας) σε επιστολή του προς τον μητροπολίτη Ιγνάτιο (12/24 Απριλίου 1823): «Ήδη από του παρελθόντος έτους η ιδέα πονήματός τινος περί της ενεστώσης καταστάσεως της Ελλάδος είναι το αντικείμενον των τερπνοτέρων ασχολήσεών μου και των ευχών μου». Ως προς την «ιδέαν του πονήματος» διευκρινίζει ότι σκοπείται «…να καταδείξωμεν αφ’ ενός μεν εις τας Ευρωπαϊκάς Κυβερνήσεις, αφ’ ετέρου δε εις τους συμπατριώτας μας, την αλήθειαν … καθ’ όλας αυτής τας σχέσεις». Ο Καποδίστριας σπεύδει ευθύς αμέσως να αναγγείλει τον σκοπό, την «ιδέαν του πονήματός» του: «Θέλει δυνηθή τις ελπίζω να πεισθή ευκόλως:… Ότι οι Έλληνες ουδέποτε έπαυσαν ν’ αποτελώσι κυρίως έθνος». Θα το επισημάνει ρητώς αναφερόμενος στις επιπτώσεις του ισχυρισμού αναφορικά με τη διάρρηξη της ιστορικής συνέχειας του Ελληνισμού λέγοντας ότι οι οπαδοί του Διαφωτισμού παρεμβαίνοντας στην ιστόρησή του προκάλεσαν μεγάλο κακό στα συμφέροντά του έθνους: «Το κακόν, το οποίον η ξένη πολιτική μας έκαμεν εκουσίως, και το καλόν, το οποίον μας έκαμεν ακουσίως, δεν είναι ειμή το καθαρόν και απλούν εξαγόμενον της βαθείας αγνοίας, εις ην αύτη ευρίσκεται περί της αληθούς των πραγμάτων καταστάσεως εν Ελλάδι και εν Τουρκία». Θα προσθέσει δε προκειμένου να μην αφήσει περιθώριο αμφιβολίας περί του τι εννοεί: «η πεφωτισμένη πολιτική δεν θέλει δυνηθή πλέον να μας βλάψη, όσον ήθελε μας βλάπτει, στηρίζουσα και κατά το μέλλον καθώς και κατά το παρελθόν, τους συνδυασμούς της επί ψευδών δεδομένων». Κατά τούτο, αποκτά ενδιαφέρον η διαφορά οπτικής του Καποδίστρια έναντι του Κοραή: σε μία αποστροφή του λόγου του επισημαίνει πόσο ολέθριο θα ήταν να απελευθερωθεί το έθνος όχι με τις δικές του δυνάμεις αλλά διά χειρός των ξένων ή να τεθεί υπό την ιδεολογική και πολιτική τους προστασία. Επικαλούμενος τη Ρωσία θα συνομολογήσει ότι στην περίπτωση αυτή, κατ’ αντιστοιχίαν προς το «γραικογαλλικό» πρόγραμμα του Κοραή, η εν λόγω οδός θα απέληγε στη δημιουργία ενός «ρωσογραικικού» αντί ενός ελληνικού έθνους, δηλαδή στην ιδεολογική του υποθήκευση με τίμημα την εξάρτησή του από τον ευεργέτη του.
Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός (1778-1850). Ο Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Σε ηλικία τεσσάρων ετών έχασε τον πατέρα του και τέθηκε υπό την επιμέλεια του θείου του μητροπολίτη Εφέσου Σαμουήλ. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του και διορίστηκε υπασπιστής του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδαβία. Η σύζυγός του καταγόταν από την οικογένεια Υψηλάντη. Το 1801 διορίστηκε επιτετραμμένος της Υψηλής Πύλης από τον νέο ηγεμόνα Αλέξανδρο Σούτσο. Εργάστηκε επίσης στην Αυλή του Ιωάννη Καρατζά, στην Κων/πολη ως διερμηνέας και τέλος στην Αυλή του Μιχαήλ Σούτσου. Μέλος της Φιλικής Εταιρίας από το 1816 εμποδίστηκε να συμμετάσχει στον Αγώνα, αφ΄ενός λόγω της στρατιωτικής απαγόρευσης των αρχών της Βασσαραβίας, όπου είχε καταφύγει μετά την εισβολή των οθωμανικών στρατευμάτων στη Μολδαβία, αφ'ετέρου λόγω της χρόνιας ασθένειας της συζύγου του. Το 1825 πέθανε ο πρωτότοκος γιος του Αλέξανδρος από φθίση. Ο Νερουλός ταξίδεψε στη Γενεύη, όπου έδωσε μια σειρά διαλέξεων για τη νεοελληνική φιλολογία στα γαλλικά( τις οποίες εξέδωσε το 1828 ο Jean Humbert με τον τίτλο Cours de litterature grecque moderne), το Παρίσι και το Λονδίνο. Στο Λονδίνο γνώρισε τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος τον έπεισε να επιστρέψει μαζί του στην Ελλάδα. Επί κυβερνήσεως Καποδίστρια ο Νερουλός διετέλεσε έκτακτος επίτροπος Κυκλάδων, γραμματέας της Εθνοσυνέλευσης του Άργους, γραμματέας των Εσωτερικών και του εμπορικού ναυτικου, πρεσβευτής στην Κων/πολη, ενώ εργάστηκε και σε άλλες κυβερνητικές θέσεις. Πέθανε στην Κων/πολη το 1850. Στο συγγραφικό έργο του Νερουλού ανήκουν οι τραγωδες Ασπασία (1813) και Πολυξένη (1814), οι κωμωδίες Ερωτηματική οικογένεια και Εφημεριδόφοβος (1837), το σατιρικό έπος Κούρκας αρπαγή και δύο ακόμη έπη, που έμειναν ανέκδοτα και χάθηκαν σε πυρκαϊά το 1817, Η διάβασις των ΄Αλπεων και Η κατάκτησις της Αιγύπτου υπό του Ναπολέοντος. Δημοσίευσε επίσης λυρικά ποιήματα σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της Βιέννης και της Ελλάδας. Το σημαντικότερο έργο του Νερουλού, η τρίπρακτη κωμωδία Κορακιστικά ή διόρθωσις της ρωμέικης γλώσσας, που εκδόθηκε το 1813 αποτελεί καυστική σάτιρα της γλωσσικής θεωρίας του Κοραή αλλά και της κυριαρχίας των τοπικών διαλέκτων στον ελλαδικό χώρο, που εντάσσεται στα πλαίσια της προσπάθειας του συγγραφέα για υπεράσπιση της πνευματικής κυριαρχίας των Φαναριωτών στον υπόδουλο ελληνισμό και αποτέλεσε το πρώτο στρατευμένο έργο του νεοελληνικού θεάτρου. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ιακωβάκη Ρίζου - Νερουλόύ βλ. Λάσκαρης Νικόλαος, "Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός", Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια ΙΗ'. Αθήνα, Πυρσός, 1932.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).