Η Νίκαια, όπως και η Κωνσταντινούπολη, έκειτο περίπου στο κέντρο του τότε γνωστού κόσμου. Απετέλει σταυροδρόμι διαφόρων λαών και πολιτισμών και εγνώρισε μεγάλη ακμή. Όταν κατά το έτος 74 π.Χ. η Βιθυνία ενσωματώθηκε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η Νίκαια απέβη μία από τις σημαντικότερες πόλεις της ρωμαϊκής Επαρχίας της Ασίας και πρωτεύουσα της Βιθυνίας. Στη Νίκαια της Βιθυνίας συνεκλήθη υπό του Αυτοκράτορος Μεγάλου Κωνσταντίνου (313-337 μ.Χ.) η Α΄΄ Οικουμενική Σύνοδος το 325 μ.Χ., εξ αιτίας της αρειανικής έριδος. Την πόλη ευνόησαν οι Αυτοκράτορες του Βυζαντίου, των οποίων απετέλει θέρετρο. Στη Νίκαια συνήλθε επίσης η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος το έτος 787 μ.Χ., εξ αφορμής των εικονομαχικών ερίδων. Όταν κατά το έτος 1204 μ.Χ. η Κωνσταντινούπολη κατελήφθη από τους συμμετέχοντες στην Δ΄ Σταυροφορία, ο Αυτοκράτορας, η Κυβέρνηση, ο Πατριάρχης και όλοι οι άρχοντες της Κωνσταντινουπόλεως κατέφυγαν στη Νίκαια. Έτσι ιδρύθηκε η Αυτοκρατορία της Νικαίας (1204-1261 μ.Χ.), η οποία απετέλεσε τον νόμιμο διάδοχο και συνεχιστή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εκεί οι Βυζαντινοί κατόρθωσαν να ανασυντάξουν τις δυνάμεις των και επέτυχαν έτσι να ανακαταλάβουν την Κωνσταντινούπολη κατά το έτος 1261. Διά του τρόπου αυτού, κατέστη δυνατόν να συνεχισθεί επί δύο περίπου αιώνες ακόμη η ζωή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Νίκαια σήμερα αποτελεί μία πόλη με πλούσια ιστορία και πολλά μνημεία, τα οποία προέρχονται από την ελληνορωμαϊκή περίοδο, τη βυζαντινή εποχή και τους χρόνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την επισκέπτεται ετησίως μεγάλος αριθμός εντοπίων και ξένων.-
Ο Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αποδούλου Αμαρίου Ρεθύμνης Κρήτης, όπου και περάτωσε τα μαθήματα της Στοιχειώδους και της Μέσης Εκπαιδεύσεως. Ακολούθως σπούδασε στο Εθνικό και καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι Πτυχιούχος της Θεολογικής και της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Ιστορικό-Αρχαιολογικό) και Διδάκτωρ του ίδιου Πανεπιστημίου. Έτυχε υποτροφίας και μετεκπαιδεύθηκε επί πενταετία στα Πανεπιστήμια της Βόννης, του Μονάχου και του Βερολίνου της Γερμανίας. Υπηρέτησε επί τριακονταπενταετία στο Υπ. Πολιτισμού και Επιστημών, αρχικά ως Επιμελητής και κατόπιν ως Έφορος Αρχαιοτήτων. Από το έτος 2014 διδάσκει κατά περιόδους Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο ΝΕΑΠΟΛΙΣ της Πάφου της Κύπρου. Είναι μέλος σε περισσότερες Επιστημονικές Εταιρείες και Συλλόγους. Έχει δημοσιεύσει μέχρι σήμερα περισσότερες από διακόσιες πενήντα (250) επιστημονικές εργασίες και μελέτες στα ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά και ιταλικά. Από τις Εκδόσεις Ραδάμανθυς κυκλοφορεί σε δική του μετάφραση και το έργο του F.W. Sieber: Ταξίδι στη νήσο Κρήτη του Ελληνικού Αρχιπελάγους κατά το έτος 1817.