Γεννημένος στη Μυτιλήνη, αλλά με απώτερη καταγωγή από τη Λήμνο, όπως φανερώνει και το επώνυμό του ο γλύπτης Αθανάσιος Λημναίος υπήρξε μαθητής του σημαντικού δασκάλου της νεοελληνικής γλυπτικής Κώστα Δημητριάδη και σύγχρονος των σπουδαίων γλυπτών του Χρήστου Καπράλου, Λάζαρου Λαμέρα, Κλέαρχου Λουκόπουλου. Φιλοτέχνησε προτομές, ανδριάντες, ηρώα, ελεύθερες συνθέσεις, μετάλλια, στο κλίμα του ακαδημαϊκού ρεαλισμού, εκδηλώνοντας ορισμένες διστακτικές αποκλίσεις προς την αφαίρεση. Με σπουδές στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, παρακολούθησε ως υπότροφος της Ακαδημίας Αθηνών μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, όπου ειδικεύτηκε στην τέχνη του μεταλλίου. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, υπηρέτησε στο αλβανικό μέτωπο κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, από τον οποίο και εμπνεύστηκε θέματα για γλυπτά του. Άσκησε τη λεγόμενη "εφαρμοσμένη γλυπτική", εκείνη των παραγγελιών, χωρίς όμως να προβεί σε οποιεσδήποτε άλλες παραχωρήσεις. Συμμετείχε και τιμήθηκε σε πανελλήνιες εκθέσεις. Δραστηριοποιήθηκε ακόμα συνδικαλιστικά στο Καλλιτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, του οποίου διατέλεσε και αντιπρόεδρος. Λάτρης της φύσης και των εκδρομών, άνθρωπος σεμνός, ικανός και στον γραπτό λόγο (ασχολήθηκε με τη συγγραφή διηγημάτων, ποιημάτων και παραμυθιών), εντάσσεται στη χορεία των Ελλήνων εικαστικών καλλιτεχνών που δούλεψαν αθόρυβα. Ευτύχησε να ζήσει σε ατμόσφαιρα ηρεμίας, που του είχε εξασφαλίσει η σύζυγός του Ναυσικά Πρωτοπαπά. Έτσι υλοποίησε τη δική του συμβολή στο πλαίσιο της νεοελληνικής γλυπτικής του 20ού αιώνα.
Ο Γιώργος Μουρέλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1912. Σπούδασε στο Ελληνογαλλικό Λύκειο της Πόλης, όπου πολύ νωρίς ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, υπήρξε μάλιστα μέλος της γνωστής Φιλολογικής Συντροφιάς. Το 1927 έρχεται στην Αθήνα. Προς τα τέλη του 1934 βρίσκεται για σπουδές φιλοσοφίας στο Παρίσι. Το 1938-39 βρίσκεται στο Λονδίνο. Με τον πόλεμο επιστρέφει στην Ελλάδα.
Από το 1945, που παντρεύτηκε και μετά, δίδαξε για πολλά χρόνια όλους τους κλάδους της φιλοσοφίας στις ανώτερες τάξεις του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, και είκοσι περίπου χρόνια αργότερα, με υποτροφία του Γαλλικού Ινστιτούτου ξαναβρίσκεται στη Γαλλία ως ερευνητής στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών. Παράλληλα ασχολείται με την εκπόνηση δύο διδακτορικών, τα οποία και τον καθιερώνουν "μεταξύ των εγκύρων φιλοσόφων της Γαλλίας", όπως γράφτηκε. Επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1966 εξελέγη τακτικός καθηγητής της Συστηματικής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, στο οποίο και δίδαξε από το 1967, ως την ώρα της συνταξιοδότησής του, για είκοσι περίπου χρόνια. Πέθανε το Φεβρουάριο του 1994 στην Αθήνα.
Το φιλοσοφικό και αισθητικό έργο του Γιώργου Μουρέλου είναι σημαντικό σε δημοσιεύσεις ελληνικές και γαλλικές, τόσο με τα βιβλία του, όσο και με τις δημοσιεύσεις σε επιστημονικά και άλλα περιοδικά.