Ενώ μαίνεται ακόμα ο πόλεμος στην Αλγερία, ο Αλμπέρ Καμύ, στην "Ομιλία στη Σουηδία" (10 Δεκεμβρίου 1957), γυμνός μπρος στους προβολείς της αιφνίδιας δημοσιότητας που του χαρίζει το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, στρέφεται προς την τέχνη του και καταθέτει "τη διπλή υποχρέωση που προσδίδει αξία στο έργο του: να ταχθεί στην υπηρεσία της αλήθειας και της ελευθερίας". Έχοντας συνείδηση ότι ανήκει σε μια γενιά που δεν έχει προορισμό να ξαναφτιάξει τον κόσμο αλλά "να τον εμποδίσει να χαλάσει" μπρος στην καταστροφική πορεία της Ιστορίας, θα αναρωτηθεί τέσσερις μέρες μετά, στη "Διάλεξή" του στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλα, κατά πόσον η τέχνη αποτελεί "απατηλή πολυτέλεια" και θα απαντήσει: "[...] Κάθε καλλιτέχνης ναυτολογείται στη γαλέρα της εποχής του. [...] Δημιουργώ, στις μέρες μας, σημαίνει δημιουργώ επικινδύνως. [...] Το ζητούμενο είναι να μάθουμε πώς μπορεί να παραμείνει εφικτή η αλλόκοτη ελευθερία της δημιουργίας εν μέσω της αστυνόμευσης τόσων ιδεολογιών (πόσες θρησκείες, πόση μοναξιά!)".
O Αλμπέρ Καμύ (1913-1960), γάλλος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, και δοκιμιογράφος, τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1957. Γεννήθηκε στο Μοντοβί της Αλγερίας και πέθανε -σκοτώθηκε- στο Σανς της Γαλλίας, μαζί με τον εκδότη του Μισέλ Γκαλιμάρ, σε τροχαίο δυστύχημα. Ιδρυτής του "Theatre du Travail" (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής, ηθοποιός και θεωρητικός, χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του "Ο Ξένος" και "Η Πανούκλα", όσο και στα θεατρικά του έργα "Καλιγούλας", "Οι δίκαιοι" αλλά και στα φιλοσοφικά του δοκίμια "Ο μύθος του Σισσύφου", "Ο επαναστατημένος άνθρωπος".