Με τον Πέερ Γκυντ, ο Ίψεν επιτίθεται στη νορβηγική αυτοϊκανοποίηση και στον εξωραϊσμό αμφίβολων νορβηγικών εθνικών ιδιοτήτων, σαν να ’ναι αυτές αξιοθαύμαστες αρετές. Ο κύριος ήρωας, σαν τυπικός αντιπρόσωπος της γενιάς των νορβηγών, είναι η αδυναμία της θέλησης και η φαντασιοπληξία προσωποποιημένη. Ο Πέερ Γκυντ είναι αναντίρρητα η πιο ζουμερή απ’ όλες τις ποιήσεις του Ίψεν. Ο ποιητής δεν είναι ακόμη εδώ ολότελα κύριος της τέχνης του. Μα έχει ως αντιστάθμισμα μια ποίηση πιο ρωμαλέα, κι είναι τόσο πλούσιος ώστε θα ’λεγε κανείς πως σκορπάει τριγύρω του μαργαριτάρια. Σαν σατιρική προσωποποίηση νοοτροπίας ενός λαού, μπορεί κανείς να τοποθετήσει τον Πέερ Γκυντ στην ίδια σειρά με τις μορφές εκείνες που πλάσαν οι ποιητές άλλων εθνών για να κοροϊδέψουν τους συμπατριώτες τους, καθώς έκαναν ο Θερβάντες και ο Ντωντέ. Ο Δον Κιχώτης όμως είναι μορφή πολύ μεγάλη, αν τη συγκρίνει κανείς με το Πέερ Γκυντ. Ο Ταρταρίνος πολύ μικρή. Ωστόσο, συγγενεύουν και οι τρεις τους.