Το καράβι του θανάτου και άλλες ιστορίες


Συγγραφέας : Βουτυράς, Δημοσθένης, 1872-1958
Εκδότης : Τόπος
Έτος έκδοσης : 2025
ISBN : 978-960-499-541-7
Σελίδες : 136
Κατηγορίες : Νεοελληνική πεζογραφία - Διήγημα

978.00 € 880.20 €




Μαύρη λογοτεχνία, αφήγημα τρόμου, ύφος gothic. Κυρίαρχα στοιχεία σε αυτές τις ιστορίες είναι οι συνθήκες σκότους, η υποβλητική παρουσία της σκιάς και τα «τινάγματα» του νου των ηρώων του συγγραφέα. Σε αυτό το είδος ο Βουτυράς συνθέτει εξπρεσιονιστικά στοιχεία, μεταφυσικές υποβολές και ψυχιατρικές κλινικές εικόνες. Και ακόμα ισορροπεί πάνω στη «γεφύρωση του διχασμού μεταξύ υλικού και πνευματικού». Τα διηγήματα αυτά έχουν μια πεισιθάνατη αγριότητα. Θα βρούμε εκεί νεκροταφεία, τελετουργίες αίματος, δολοφονίες, τρομακτικά όνειρα, θαμπά φώτα, προαισθήματα, εμμονές και παραισθήσεις. Ένα μυστικό σκοτεινό κόσμο που μέσα του οι ήρωες των ιστοριών, παραδίδονται αφού παλέψουν μάταια. «Με κείνο που κρυφά διευθύνει αυτά τα χτυπήματα πώς του ήτανε δυνατό να πολεμήσει; Αυτό κρύβεται παντού, στο φως της ημέρας, στο σκοτάδι, στον αέρα!» σκέφτεται κάποιος απ’ αυτούς. Είναι ένας κόσμος ζωντανών νεκρών που όμοιός του δεν υπάρχει στην ελληνική λογοτεχνία. [από το εκδοτικό σημείωμα] [ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ] Ξαφνικά του φάνηκε να είδε στον αέρα µέσα και πολύ πολύ κοντά του ένα καράβι, ένα παράδοξο καράβι, που ανεβοκατέβαινε γρήγορα, τρελά, µ’ έναν πίνακα άσπρο πάνω του στηµένο, γεµάτο γράµµατα µαύρα! Αυτό ήταν για µια στιγµή, µόνο για µια στιγµή, σα να ’χε ανοίξει ο αέρας που το ’κρύβε ή να µπόρεσε αυτός να δει κάτι αόρατο που τριγύριζε κει και που είχε έρθει µε το χρώµα του αέρα ή του νερού! Πετάχτηκε µε τον νου να σαλεύει απ’ τον τρόµο: Το καράβι, το καράβι!... έκανε. Κείνο το καράβι! Α, κακό... κακό!... Τι άλλο σηµαίνει από κακό που έρχεται;...

Δημοσθένης Βουτυράς (1872-1958) Ο Δημοσθένης Βουτυράς, γιος του συμβολαιογράφου Νικολάου Βουτυρά και της Θεώνης το γένος Παπαδή γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια και ο πατέρας του εργαζόταν ως δάσκαλος. Μετά από μερικά χρόνια εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά, όπου ο πατέρας του διορίστηκε ως συμβολαιογράφος. Εκεί τέλειωσε το Δημοτικό και ξεκίνησε τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο, την οποία όμως διέκοψε, καθώς παρουσίασε κρίσεις επιληψίας. Η ιδιαιτερότητά του προκάλεσε την υπερπροστατευτικότητα των γονιών του και έτσι πέρασε τα εφηβικά χρόνια χωρίς στερήσεις. Παρακολούθησε μαθήματα μουσικής, ξιφασκίας, γράφτηκε στη Σχολή Μαχαιριάδη, τα διέκοψε όλα όμως λόγω της ιδιοσυγκρασίας του. Το 1900 πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των γραμμάτων δημοσιεύοντας ένα άρθρο στην καθαρεύουσα στο περιοδικό του Πειραιά Χρονογράφος και ένα στο Περιοδικόν μας του Γεράσιμου Βώκου (με τον οποίο ακολούθησε σταθερή συνεργασία). Γύρω στο 1902 ο πατέρας του εγκατέλειψε την εργασία του και ασχολήθηκε με οικοδομικές επιχειρήσεις. Στο εργοστάσιο σιδηρουργίας που έχτισε εργάστηκε αρχικά και ο Δημοσθένης. Στην περίοδο αυτή τοποθετείται η δημοσίευση του διηγήματος Ο Λαγκάς που έγινε δεκτό με επαινετικά σχόλια από τον Παλαμά και τον Ξενόπουλο (1903). Ακολούθησαν νέες δημοσιεύσεις έργων του σε λογοτεχνικά περιοδικά, μεταξύ άλλων και στα Παναθήναια. Γύρω στο 1904 παντρεύτηκε τη Μπετίνα Φέξη, με την οποία απέκτησε μερικά χρόνια αργότερα δυο κόρες. Η ζωή του άλλαξε δραματικά μετά την οικονομική καταστροφή και την αυτοκτονία του πατέρα του το 1905. Προσπάθησε να αναλάβει τη συνέχιση της επιχείρησης, απέτυχε όμως και την οδήγησε στην ολοκληρωτική πτώχευση. Δυο χρόνια αργότερα μετακόμισε με τη σύζυγό του στο Κουκάκι και στράφηκε στην επαγγελματική πεζογραφία, πουλώντας διηγήματα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Η καταξίωσή του ως πεζογράφου προήλθε αρχικά από τον ελληνισμό της Διασποράς, συγκεκριμένα από την Αλεξάνδρεια. Μετά το 1920 άρχισε να γίνεται γνωστός και στην Αθήνα. Η πορεία του ήταν ανοδική και μέχρι το 1923, οπότε τιμήθηκε με το Αριστείο των γραμμάτων και των Τεχνών, είχαν τυπωθεί ήδη δέκα βιβλία του. Λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής του ανέχειας ασχολήθηκε επίσης με τη συγγραφή σχολικών συγγραμμάτων σε συνεργασία με τον Μ.Παπαμιχαήλ, η προσπάθεια όμως ναυάγησε καθώς το αναγνωστικό της τρίτης δημοτικού που ολοκλήρωσαν καταργήθηκε από τη δικτατορία του Παγκάλου. Συνέχισε να ζει από τη συγγραφή και το 1931 τιμήθηκε με το Αριστείο του Δήμου Πειραιώς. Λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία πρόλαβε να γιορτάσει τα σαράντα χρόνια της λογοτεχνικής του δράσης στην ταβέρνα Μπογράκου στην Κυψέλη, όπου σύχναζε. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής τάχθηκε υπέρ της Αντίστασης. Μετά το τέλος του Εμφυλίου, σε ηλικία 80 χρόνων δημοσίευσε το Αργό Ξημέρωμα. Ως το θάνατό του έζησε κατάκοιτος, φτωχός και παραγνωρισμένος από την κρατική εξουσία (η Ακαδημία Αθηνών αρνήθηκε την πρόταση για υποψηφιότητά του σε δυο συνεχείς εκλογές). Πέθανε το 1954. Το πεζογραφικό έργο του Βουτυρά, σχεδόν αποκλειστικά διηγηματικό, εντάσσεται στο πλαίσιο του κοινωνικού ρεαλισμού και οριοθετεί το πέρασμα από την ηθογραφία στην αστική πεζογραφία. Ως μόνιμο θέμα του κυριαρχεί η ζωή των περιθωριακών (λούμπεν) ομάδων της Αθήνας και του Πειραιά. Έχοντας ζήσει κοντά τους ο Βουτυράς περιέγραψε τη ζωή και την ψυχοσύνθεσή τους με έντονα ζοφερά χρώματα και καταθλιπτικό ύφος, παρουσιάζοντας ωστόσο και μια τάση προς την ουτοπία. Παράλληλα απεικόνισε την άρνηση των ομάδων αυτών να ενταχτούν στην οργανωμένη κοινωνία, άρνηση η οποία αποτυπώθηκε και στην άναρχη δομή των έργων του, σε κάποια από τα οποία συναντούμε επίσης στοιχεία μεταφυσικής και επιστημονικής φαντασίας, τα οποία λειτουργούν συμβολικά. Για αναλυτικότερα βιογραφικά στοιχεία του Δημοσθένη Βουτυρά βλ. Βασαρδάνη Βέρα, «Δημοσθένης Βουτυράς», Η παλαιότερη πεζογραφία μας· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ι΄ (1900-1914), σ.280-322. Αθήνα, Σοκόλης, 1997, Ζήρας Αλέξ., «Βουτυράς Δημοσθένης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984, Πολιτάρ






e-mail Facebook Twitter