Ο Αριστείδης πέθανε με αναίδεια. Μια ζωή αντιμέτωπος με τη μικροψυχία μας, μας έδωσε τα πάντα -εκτός από επιείκεια- κι εμείς, με τη σειρά μας, του στερήσαμε τα πάντα, ίσως επειδή αναγνωρίζαμε την υπεροχή του, χωρίς βεβαίως να την ομολογούμε πουθενά. Η αγάπη και η αναγνώριση που στερήθηκε εδώ στο σπίτι του -ένα σπίτι ακατοίκητο- του προσφέρθηκαν πρόθυμα από αγνώστους στο νέο του περιβάλλον, αφού είναι πάντοτε άγνωστοι εκείνοι που μας ακούν.
Στα τέλη του '89, ένα καρδιακό επεισόδιο του δημιουργεί ανασφάλεια, του υπενθυμίζει ότι υπάρχουμε, κι ακόμα ότι μας χρωστάει απαντήσεις ανάλογες με τη μικρότητά μας. Δεν έχει χρόνο, έχει όμως τον τρόπο. (Η περιουσία του είναι υπεραρκετή για να κεντρίσει την απληστία οποιουδήποτε.) Ο Αριστείδης, συνεπής στις αρχές του -όχι απαραίτητα σε αρχές κοινά αποδεκτές-, καταστρώνει ένα σχέδιο νομότυπο, αναπάντεχο και σατανικό. Ύστερα συντάσσει τη διαθήκη του.
Ο θείος είναι φανερό ότι δεν μας εκτιμούσε. Συχνά μας έλεγε: "Σας υποπτεύομαι γιατί με δωρεάν προσκλήσεις στο χέρι, γίνεστε θεατρόφιλοι, κι όταν δεν σας αρκεί η δύναμή σας, δημοκράτες". Οι προσφορές του μας μετέτρεψαν σε δικαστές του εαυτού μας. Έπρεπε να αναθεωρήσουμε αν θέλαμε να επωφεληθούμε- αξίες δεκαετιών. Αν όμως ήτανε οι προσφορές του θείου ανήθικες, γιατί δεν τις απορρίπτα με εξαρχής;
Τελικά, οι όποιες αποφάσεις μας θα επηρέαζαν ή όχι στο μέλλον τις μεταξύ μας σχέσεις; Ο μετά θάνατον Αριστείδης θα εισέπραττε κάποτε έστω λίγη απ' την αγάπη που τσιγκουνευτήκαμε; Και τι γίνεται, επιτέλους, με την ανηθικότητα που μας περιβάλλει, αλλά η δειλία και η ανεκτικότητά μας τη συντηρούν;
Ο Αριστείδης πέθανε με αναίδεια. Όμως θα έπρεπε να το είχαμε προβλέψει. Αφού το ξέραμε ότι ήτανε πάντοτε πολύ απαιτητικός για να χωρέσει σε μία μονάχα ζωή.
Ο Γιώργος Θεοχάρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1947. Σπούδασε οικονομολογία και πολιτικές επιστήμες στη Θεσσαλονίκη και νομικά στην Αθήνα.
Στα φοιτητικά του χρόνια, για να μη γίνεται "βάρος", επιβίωσε ως τραπεζοϋπάλληλος και ως γραφίστας. Τέλος, ασχολήθηκε με δικές του επιχειρήσεις ("Δέον adv" "Santa Pasta Ristoranti"), έχοντας για συνεργάτιδα τη σύντροφό του Έφη. Παράλληλα με τα επαγγελματικά, έγραφε παρλάτες και στίχους για την αθηναϊκή μπουάτ Σούσουρο, δοκίμια και άρθρα σε περιοδικά της εποχής (Σκέψη και Τέχνη, Λογοτεχνική Επιθεώρηση κ.ά.).
Το 1981 με το τραγούδι "Αν δεν είσαι τυχαίος", διακρίθηκε στο Α΄ Φεστιβάλ της Κέρκυρας, που οργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις. Τις χρονιές 1990-1991 διετέλεσε παραγωγός στο διαδημοτικό ραδιόφωνο (931FM) με την εκπομπή "Μουσικό ναρκοπέδιο".
Οι ποιητικές του συλλογές "Αφύλαχτη διάβαση" και "Χωρίς αδιάβροχο" μελοποιήθηκαν από τους Νίκο Οικονόμου και Σάκη Τσίλικη και ένα μέρος της καθεμιάς δισκογραφήθηκε από τις εταιρίες Λύρα και Ρυθμός αντίστοιχα.
Είναι "αμελής" επισκέπτης ομάδων Γραμμάτων και Τεχνών και πατέρας τριών παιδιών.